Κωστής Παλαμάς: Η Μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα…

Σαν σήμερα, στις 27 Φεβρουαρίου, 1943, «έφυγε» ο μεγάλος Έλληνας ποιητής, Κωστής Παλαμάς.

Ο Κωστής Παλαμάς (13 Ιανουαρίου 1859 – 27 Φεβρουαρίου 1943) ήταν ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ιστορικός και ήταν κριτικός της λογοτεχνίας. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, με σημαντική συνεισφορά στην εξέλιξη και ανανέωση της νεοελληνικής ποίησης. Αποτέλεσε κεντρική μορφή της λογοτεχνικής γενιάς του 1880, πρωτοπόρος, μαζί με τον Νίκο Καμπά και τον Γεώργιο Δροσίνη, της αποκαλούμενης Νέας Αθηναϊκής (ή Παλαμικής) σχολής.

Ο Κωστής Παλαμάς ήταν απόγονος μιας παλαιάς οικογένειας που εμφανίσθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα. Γενάρχης της υπήρξε ο Παναγιώτης Παλαμάρης. Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1859. Σε ηλικία 7 χρονών έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς. Σε ηλικία μόλις 16 χρονών αρχίζει σπουδές νομικής, ακολουθώντας το επάγγελμα του πατέρα του.

Το 1876 έρχεται στην Αθήνα όπου και γράφεται στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Γρήγορα όμως θα εγκαταλείψει τη Νομική, και έτσι αποφασίζει να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Παρά το ότι θα ασχοληθεί με τη ΝΕΑ ελληνική λογοτεχνία, το πρώτο του έργο, που θα δημοσιευτεί το 1876 με τίτλο “Ερώτων ‘Eπη” θα γραφτεί σε υπερκαθαρεύουσα.

Το 1886 θα κυκλοφορήσει η πρώτη του συλλογή στη δημοτική και το 1889 δημοσιεύεται ένα από τα καλύτερα έργα του, ο “Ύμνος της Αθηνάς”, ο οποίος θα βραβευτεί στο Φιλαδέλφειο ποιητικό διαγωνισμό. Αυτό είναι και το πρώτο του βραβείο. Εισηγητής του διαγωνισμού αυτού ήταν ο Νικόλαος Πολίτης.

Το 1892 δημοσιεύει τη συλλογή “Τα μάτια της ψυχής μου”, η οποία βραβεύτηκε και αυτή, το 1890. Το 1897 γίνεται γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών, δουλειά για την οποία αμοιβόταν αρκετά καλά, και έτσι απέκτησε την οικονομική άνεση για να συνεχίσει το έργο του.

‘Ενα χρόνο αργότερα, το 1898, δημοσιεύει δύο ποιητικές συλλογές, το “‘Αστυ” και τον “Τάφο”. Ακολουθεί μια περίοδος έμπνευσης και ο Παλαμάς γράφει το 1900 τους “Χαιρετισμούς της Ηλιογέννητης”, το 1904 την “Ασάλευτη Ζωή”, το 1907 τον “Δωδεκάλογο του Γύφτου”, το 1910 την “Φλογέρα του Βασιλιά” και το 1919 “Τα Δεκατετράστιχα”, τα οποία δημοσιεύονται και στην Αλεξάνδρεια.

Το 1925 παίρνει το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και με την ίδρυση της Ακαδημίας των Αθηνών γίνεται και ένα από τα βασικά στελέχη της. Το 1928 δημοσιεύει τους “Δειλούς και σκληρούς στίχους” (Σικάγο) και το 1930 ή, κατά άλλους, το 1931 γίνεται πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών.

Πεθαίνει στην Αθήνα, στις 27 Φεβρουαρίου 1943, και η πάνδημη κηδεία του μετατρέπεται σε εκδήλωση αντίστασης του ελληνικού λαού εναντίον του Γερμανού κατακτητή.

“Σ΄ αυτό το φέρετρο ακουμπάει η Ελλάδα…” με αυτούς τους στίχους αποχαιρέτησε τον ποιητή ο Άγγελος Σικελιανός , στίχους από το ποίημά του “Ηχήστε οι σάλπιγγες”.

Δείτε μερικές από τις φράσεις που έχουν μείνει στην ιστορία:

• Η Μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα. Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα

• Κάλλιο γλύστρα στο δρόμο το δικό σου παρά στο δρόμο του άλλου να ‘σαι ορθός.

• Το καλό πρέπει να το παίρνουμε όπου το βρίσκουμε.

• Δεν έχεις Όλυμπε θεούς, μηδέ λεβέντες Όσσα, ραγιάδες έχεις μάνα γη, σκυφτούς για το χαράτσι, κούφιοι και οκνοί καταφρονάν τη θεία τραχειά σου γλώσσα, ων Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι …

• Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα, μεθύστε με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα!

• ..κ’ η Aθήνα ζαφειρόπετρα στης γης το δαχτυλίδι.

• Ασάλευτη δεν είναι καμιά ζωή Λογής ταξίδια μ’ έχουν τρικυμίσει μ’ είδαν τόποι, μου ανοίξανε ναοί και τέχνες με περπάτησαν και η φύση.

• Είν’ η ζωή αχαμνόδεντρο σ’ ένα γκρεμόν επάνω.

• Και ήταν οι καιροί που η Πόλη πόρνη σε μετάνοιες ξενυχτούσε και τα χέρια της δεμένα τα κρατούσε και καρτέραγ’ ένα μακελάρη

• Ο αντίλογος μ’ ανάθρεψε, με πότισε το μίσος. Και καρτέραγε τον Τούρκο να την πάρει

• Και βρυσομάνα είν’ η γυναίκα· κι έρχονται από κείνη κι εσύ, αμαρτία, κι ο λυτρωμός κι η ανάσταση και ο Χάρος.

• Τη φλόγα άρπαξαν οι άνομοι τη σβήσανε στα βαλτονέρια.