ΕΚΘΕΣH ΠΟΥ ΑΦΟΡA ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΤΟΥ Κ. ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ Κ. ΜΑΡΙΝΟΥ ΣΙΖΟΠΟΥΛΟΥ
Η Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς (“η Αρχή”), προβαίνει στην πιο κάτω Ανακοίνωση:
Α. Άρση της Απαγόρευσης Δημοσιοποίησης Πληροφοριών Αναφορικά με Έρευνες της Αρχής
Δυνάμει της νομοθεσίας που προνοεί για τη σύσταση και λειτουργία της Αρχής (ο «Ν.19(I)/2022»), επιβάλλεται απαγόρευση δημοσιοποίησης πληροφοριών οι οποίες λαμβάνονται στα πλαίσια της αποστολής της, χωρίς την εξασφάλιση της έγκρισης του Επιτρόπου Διαφάνειας.
Στην παρούσα περίπτωση, ο Επίτροπος Διαφάνειας, ενέκρινε, στη βάση του Άρθρου 18 (1) του Ν.19(I)/2022, την άρση απαγόρευσης και η Αρχή, σε Συνεδρία της, αποφάσισε την έκδοση της παρούσας Ανακοίνωσης.
Η αιτιολογία του Επιτρόπου για την πιο πάνω άρση, είναι ότι στην παρούσα περίπτωση έχει ήδη δοθεί ευρεία δημοσιότητα και είχαν δημοσιευτεί προσωπικά δεδομένα και λεπτομέρειες της Καταγγελίας, οπότε για σκοπούς διαφάνειας θεωρήθηκε ορθό όπως δημοσιοποιηθεί και το αποτέλεσμα της Έρευνας. Επιπλέον, η δημοσιοποίηση του αποτελέσματος της Έρευνας κρίθηκε ότι συναρτάται με το δημόσιο συμφέρον και το δικαίωμα ενημέρωσης του κοινού για θέματα που άπτονται του πολιτικού και δημόσιου βίου.
Τονίζεται ότι με βάση την κείμενη νομοθεσία οι Έρευνες της Αρχής διεξάγονται υπό συνθήκες πλήρους εχεμύθειας και επομένως, η προηγούμενη δημοσιοποίηση οποιωνδήποτε πληροφοριών δεν προέρχεται από ενέργεια της Αρχής.
Β. Η Καταγγελία
Η Καταγγελία υποβλήθηκε από τον κ. Γιώργο Βαρνάβα, πρώην βουλευτή του πολιτικού κόμματος της ΕΔΕΚ (ο «Καταγγέλλων»), εναντίον του
α) κ. Μαρίνου Σιζόπουλου, βουλευτή και πρώην Προέδρου του πολιτικού κόμματος της ΕΔΕΚ (o «Καταγγελλόμενος»), και β) άλλων προσώπων.
Η Αρχή, ως προνοείται από την κείμενη νομοθεσία και Κανονισμούς, προβαίνοντας σε Προκαταρκτική Εξέταση της Καταγγελίας, και αξιολογώντας όλα τα δεδομένα, περιλαμβανομένης και της Έκθεσης της Ερευνητικής Επιτροπής των κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεων αλλοδαπών επενδυτών και επιχειρηματιώνημερομηνίας 7/6/2021, αποφάσισε να προχωρήσει στη διεξαγωγή Έρευνας για την πιο πάνω
Καταγγελία και διόρισε ως Λειτουργούς Επιθεώρησης τους:
Σωτήρη Αθ. Λιασίδη, πρώην Πρόεδρο Οικογενειακού Δικαστηρίου από τη Λευκωσία
Νικόλα Π. Κωνσταντίνου, Δικηγόρο από τη Λευκωσία
Γ. Η Έρευνα
Οι εν λόγω Λειτουργοί Επιθεώρησης διεξήγαγαν Έρευνα στη βάση των Όρων Εντολής που τους είχαν δοθεί από την Αρχή και προς τον σκοπόν αυτόν, κάλεσαν μάρτυρες για κατάθεση και ζήτησαν την προσκόμιση σχετικών στοιχείων/εγγράφων.
Όλοι οι μάρτυρες που κλήθηκαν, προσήλθαν ενώπιόν τους και απάντησαν σε όλες τις ερωτήσεις που τους τέθηκαν. Συγκεκριμένα, διεξήχθηκαν συνολικά 31 Συνεδρίες / Ακροάσεις προς τον σκοπόν λήψεως μαρτυρίας ή τεκμηρίων, κλήθηκαν προς κατάθεση συνολικά 28 πρόσωπα και κατατέθηκαν 262 τεκμήρια τα οποία αντιστοιχούν σε πολυσέλιδα έγγραφα.
Δ. Η Έκθεση των Λειτουργών Επιθεώρησης
Με τη συμπλήρωση της Έρευνας και τη μελέτη όλης της μαρτυρίας και δεδομένων, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης προέβησαν στη σύνταξη Έκθεσης (Πορίσματος), η οποία αποτελείται από 191 σελίδες, την οποία υπέβαλαν στην Αρχή προς έγκριση.
Σύνοψη ευρημάτων:
Οι Λειτουργοί Επιθεώρησης απέρριψαν αρκετούς από τους ισχυρισμούς του Καταγγέλλοντος.
Από την Έρευνα, ωστόσο, διαπιστώθηκαν τα εξής:
Κατά τον ουσιώδη χρόνο, οι μέτοχοι της εταιρείας TAXAN PROPERTIES DEVELOPERS LTD (η «ΤΑΧΑΝ») ήταν τέσσερις εταιρείες (οι «Εταιρείες – Μέτοχοι»), κάθε μία εκ των οποίων κατείχε 250 μετοχές.
Κατά τον ουσιώδη χρόνο, ο Καταγγελλόμενος ήταν Διευθυντής στην εταιρεία ΙΩ ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΛΤΔ, η οποία αποτελούσε μία εκ των τεσσάρων εταιρειών – μετόχων της εταιρείας TAXAN.
Επίσης, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ο Καταγγελλόμενος ήταν ένας εκ των εγγυητών σε μη εξυπηρετούμενο δάνειο της ΤΑΧΑΝ, το οποίο εξασφαλίστηκε από Κυπριακή Τράπεζα.
Η Τράπεζα καταχώρισε αγωγή εναντίον της ΤΑΧΑΝ και των εγγυητών, αξιώνοντας την καταβολή του οφειλόμενου χρηματικού ποσού.
Προς διευθέτηση των δανειακών υποχρεώσεων της ΤΑΧΑΝ, ο Καταγγελλόμενος προέβη σε διαβουλεύσεις με την Τράπεζα, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα να συμφωνηθεί ότι στην περίπτωση που καταβαλλόταν προς την Τράπεζα το ποσό των €1.625.000, η Τράπεζα θα προέβαινε στη διαγραφή του ποσού των €956.900, θα διέγραφε τις προσωπικές εγγυήσεις και θα προέβαινε στην εξάλειψη των υποθηκών.
Ένας αξιωματούχος εκ των εταιρειών – μετόχων της ΤΑΧΑΝ εξηύρε αλλοδαπό επενδυτή, ο οποίος προέβη στην αγορά όλων των μετοχών της ΤΑΧΑΝ στο ποσό των €2.025.000. Από τη μαρτυρία δεν προκύπτει ότι ο Καταγγελλόμενος γνώριζε τον αλλοδαπό επενδυτή.
Από τη μαρτυρία προέκυψε ότι σκοπός του αλλοδαπού επενδυτή ήταν να προβεί στην ως άνω επένδυση, ήτοι στην αγορά των μετοχών της ΤΑΧΑΝ, για την κατ’ εξαίρεση πολιτογράφηση του ως πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας, στα πλαίσια του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος των Κατ’ Εξαίρεση Πολιτογραφήσεων Αλλοδαπών Επιχειρηματιών και Επενδυτών.
Στη βάση μαρτυρίας, διαφάνηκε ότι υποβλήθηκαν δύο αγοραπωλητήρια έγγραφα των μετοχών της ΤΑΧΑΝ, το ένα με ημερομηνία 4/10/2017 για το ποσό των €2.025.000 το οποίο χρησιμοποιήθηκε στην υποβολή της αίτησης προς το Υπουργείο Εσωτερικών για την εξασφάλιση του Κυπριακού διαβατηρίου από τον αλλοδαπό επενδυτή, και το άλλο με ημερομηνία 17/10/2017, για το ποσό των €1.600.000, το οποίο δόθηκε στην Τράπεζα για σκοπούς απομείωσης του χρέους της ΤΑΧΑΝ προς την Τράπεζα.
Το Τμήμα Φορολογίας, όταν διαπίστωσε, στη βάση χαρτοσημασμένου αγοραπωλητηρίου εγγράφου ημερομηνίας 4/10/2017, ότι η τιμή πώλησης των μετοχών της ΤΑΧΑΝ ήταν €2.025.000, αξίωσε από τις τρεις εκ των τεσσάρων εταιρειών – μετόχων της ΤΑΧΑΝ την καταβολή φόρου κεφαλαιουχικών κερδών. Η εταιρεία – μέτοχος, ΙΩ ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΛΤΔ, στην οποία ήταν διευθυντής ο Καταγγελλόμενος, καθώς και ακόμη μία εταιρεία – μέτοχος, υπέβαλαν ένσταση στην καταβολή του αναφερόμενου από το Τμήμα Φορολογίας ποσού, υποδεικνύοντας ότι η τιμή πώλησης των μετοχών ήταν €1.600.000.
Επιπλέον, ο Καταγγελλόμενος και δύο ακόμη αξιωματούχοι των εταιρειών – μετόχων της ΤΑΧΑΝ, προέβησαν σε γραπτή καταγγελία στην Αστυνομία εναντίον άλλου αξιωματούχου εταιρείας – μετόχου της ΤΑΧΑΝ, προβάλλοντας τη θέση ότι δεν γνώριζαν για την ύπαρξη του συμβολαίου ημερομηνίας 4/10/2017.
Η Τράπεζα προέβη σε Καταγγελία στην Αστυνομία για τον λόγο ότι είχε εξαπατηθεί καθώς εάν γνώριζε ότι οι μετοχές της ΤΑΧΑΝ πωλήθηκαν έναντι του ποσού των €2.025.000, δεν θα προέβαινε στη διαγραφή του ποσού των €956.900.
Ο αξιωματούχος της εταιρείας – μετόχου της ΤΑΧΑΝ, ο οποίος καταγγέλθηκε στην Αστυνομία, παραδέχθηκε στην τελευταία την εμπλοκή του στην υπόθεση, κατονομάζοντας ως εμπλεκόμενους στην υπόθεση και τα πρόσωπα τα οποία τον κατήγγειλαν στην Αστυνομία, περιλαμβανομένου και του Καταγγελλόμενου.
Κατάληξη:
Οι Λειτουργοί Επιθεώρησης, από την ενώπιόν τους μαρτυρία, κατέληξαν, στη βάση του βαθμού απόδειξης που εφαρμόζει η Αρχή, ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις που καταδεικνύουν ότι ο Καταγγελλόμενος γνώριζε το πραγματικό τίμημα πώλησης των μετοχών της ΤΑΧΑΝ και την ύπαρξη του συμβολαίου ημερομηνίας 4/10/2017. Συγκεκριμένα, ενώπιον των Λειτουργών Επιθεώρησης, μεταξύ άλλων, προσκομίστηκε έγγραφο το οποίο υπέγραψε ο Καταγγελλόμενος, το οποίο παραπέμπει ρητά στο συμβόλαιο της 4/10/2017, το οποίο εμπεριείχε το αληθές τίμημα πώλησης των μετοχών της ΤΑΧΑΝ. Επίσης, δύο αξιωματούχοι εταιρειών – μετόχων της ΤΑΧΑΝ ανέφεραν ότι ο Καταγγελλόμενος είχε γνώση επί του συμβολαίου ημερομηνίας 4/10/2017.
Συνεπώς, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης κατέληξαν, στη βάση του βαθμού απόδειξης που εφαρμόζει η Αρχή, ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις οι οποίες συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι ο Καταγγελλόμενος και άλλοι τρεις αξιωματούχοι εταιρειών – μετόχων της ΤΑΧΑΝ υπέγραψαν και υπέβαλαν σε Τράπεζα συμβόλαιο πώλησης των μετοχών της εταιρείας TAXAN, ημερομηνίας 17/10/2017, με ψευδές τίμημα (€1.600.000), αποκρύπτοντας το πραγματικό τίμημα (€2.025.000), το οποίο είχε καταγραφεί σε προγενέστερο συμβόλαιο ημερομηνίας 4/10/2017 (υπογράφτηκε δυνάμει πληρεξουσίου από έναν εκ των αξιωματούχων εταιρείας – μετόχου της ΤΑΧΑΝ εκ μέρους όλων των μετόχων της ΤΑΧΑΝ).
Στη βάση μαρτυρίας, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης διαπίστωσαν ότι υφίστανται επαρκείς ενδείξεις οι οποίες καταδεικνύουν ότι η υπογραφή του αλλοδαπού επενδυτή στο συμβόλαιο ημερομηνίας 17/10/2017, είχε πλαστογραφηθεί.
Σύμφωνα με την κατάληξη των Λειτουργών Επιθεώρησης, η χρήση του συμβολαίου ημερομηνίας 17/10/2017 έγινε με σκοπό την παραπλάνηση τρίτου (ήτοι της Τράπεζας) και την απόκτηση κέρδους – οικονομικού οφέλους (έκπτωση 37% στο ποσό του δανείου και τη διαγραφή τους από εγγυητές του δανείου).
Στη βάση των πιο πάνω, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης διαπίστωσαν ενδεχόμενη παράβαση των πιο κάτω Άρθρων του Ποινικού Κώδικα (Κεφ. 154):
Άρθρο 300: Απάτη,
Άρθρα 331 και 333: Πλαστογραφία και καταρτισμός πλαστού εγγράφου,
Άρθρο 339: Κυκλοφορία πλαστού εγγράφου,
Άρθρο 302: Συνωμοσία για καταδολίευση.
Με βάση την τεκμηριωμένη θέση των Λειτουργών Επιθεώρησης, τα πιο πάνω αδικήματα «εκ φύσεως συνιστούν πράξεις διαφθοράς» καθώς α) εμπεριέχουν τα στοιχεία του δόλου, της παραπλάνησης και του ιδιοτελούς σκοπούς, β) προκάλεσαν περιουσιακή ζημία σε τρίτο πρόσωπο, γ) παραβίασαν τους κανόνες διαφάνειας και χρηστής συναλλαγής, και δ) τελέστηκαν με σκοπό το αθέμιτο οικονομικό όφελος. Κατά την θέση των Λειτουργών Επιθεώρησης, ο συντονισμένος δόλος συγκροτεί κατάχρηση εμπιστοσύνης, η οποία εντάσσεται, εκ φύσεως στην έννοια της διαφθοράς, κατά τα διεθνώς αποδεκτά πρότυπα.
Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη το μαρτυρικό υλικό, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης διαπίστωσαν την ενδεχόμενη διάπραξη από τον Καταγγελλόμενο των ως άνω αναφερόμενων αδικημάτων (βλ. παράγραφο 11 (ιζ) της παρούσας Ανακοίνωσης), τα οποία με βάση τα χαρακτηριστικά της παρούσας υπόθεσης, δυνατόν να συνιστούν εκ φύσεως πράξεις διαφθοράς, όπως αυτές ορίζονται στο Άρθρο 2 του Ν.19(Ι)/2022.
Απορριφθέντες Ισχυρισμοί:
Για σκοπούς πληρότητας και διαφάνειας, σημειώνεται ότι οι Λειτουργοί Επιθεώρησης, στη βάση του μαρτυρικού υλικού, απέρριψαν, μεταξύ άλλων, τους κάτωθι ισχυρισμούς του Καταγγέλλοντος:
Α) Ότι ο αλλοδαπός επενδυτής δεν πληρούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο τις προϋποθέσεις του επενδυτικού σχεδίου για τη χορήγηση της κατ’ εξαίρεση πολιτογράφησης:
Από την μαρτυρία διαφάνηκε ότι ο αλλοδαπός επενδυτής πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις για την κατ’ εξαίρεση πολιτογράφησή του.
Β) Ότι «υποσχέθηκαν» στον αλλοδαπό επενδυτή την έκδοση Κυπριακού διαβατηρίου:
Από τη μαρτυρία δεν προκύπτει ότι ο Καταγγελλόμενος γνώριζε τον αλλοδαπό επενδυτή και ότι του υποσχέθηκε την εξασφάλιση Κυπριακού διαβατηρίου. Ούτε και οι αρμόδιες αρχές δέχθηκαν οποιαδήποτε παρέμβαση για τη χορήγηση της κατ’ εξαίρεση πολιτογράφησης στον εν λόγω επενδυτή. Επαναλαμβάνεται, δε, ότι ο αλλοδαπός επενδυτής πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις για την κατ’ εξαίρεση πολιτογράφησή του.
Γ) Ότι δόθηκαν, χωρίς αιτιολόγηση, οδηγίες από τη Νομική Υπηρεσία να μην προχωρήσει η διαδικασία άρσης της βουλευτικής ασυλίας του Καταγγελλόμενου, και να αρχειοθετηθεί ο φάκελος για τα υπόλοιπα εμπλεκόμενα πρόσωπα:
Μέρος του εν λόγω ισχυρισμού απορρίφθηκε από την Αρχή, από το στάδιο της Προκαταρκτικής Εξέτασης της Καταγγελίας, λόγω μη στοιχειοθέτησης. Κατά το στάδιο της Έρευνας, οι Λειτουργοί Επιθεώρησης, κατέληξαν ότι το υπόλοιπο μέρος του ισχυρισμού παρέμεινε αίολο και ως εκ τούτου, απορρίφθηκε.
Ε. Εξέταση από την Αρχή της Έκθεσης των Λειτουργών Επιθεώρησης
Η Αρχή σε Συνεδρία της υιοθέτησε και ενέκρινε στην ολότητά της την πιο πάνω Έκθεση.
Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται η ενδεχόμενη διάπραξη αδικημάτων διαφθοράς από τον Καταγγελλόμενο.
Ως εκ τούτου, η Αρχή, έχει υποβάλει την Έκθεση των Λειτουργών Επιθεώρησης, και όλα τα σχετικά έγγραφα, προς τον Γενικό Εισαγγελέα για τις δικές του ενέργειες, ως οι πρόνοιες του Ν.19(I)/2022.
Η Αρχή προβαίνει στις ως άνω ενέργειες με πλήρη σεβασμό προς το τεκμήριο αθωότητας, και ως εκ τούτου, πέραν της παρούσας Ανακοίνωσης, κανένα Μέλος της Αρχής δεν θα προβεί σε οποιαδήποτε περαιτέρω δήλωση επί του θέματος.