Τι απαντά ο Γ.Ελεγκτής στο Διευθυντή του Υπουργείου Μεταφορών

Με επιστολή του, ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας κ. Οδυσσέας Μιχαηλίδης απάντησε σε σημερινές δηλώσεις του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων κ. Αλέκου Μιχαηλίδη στο ραδιόφωνο του ΡΙΚ.

Παρατίθεται πιο κάτω αυτούσια σχετική επιστολή της Υπηρεσίας, με ημερ. 16.3.2018:

«Θέμα: Συμβάσεις παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας εσωτερικών οδικών επιβατικών μεταφορών σε τακτικές γραμμές

Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σε απάντηση της επιστολής σας με ημερομηνία 14 Μαρτίου 2018 σημειώνω τα ακόλουθα.

Στην ταυτάριθμη επιστολή μας ημερ. 6.11.2017 (την οποία μάλιστα επισυνάψαμε στην επιστολή μας ημερ. 12.3.2018) είχαμε παραθέσει τα γεγονότα σε σχέση με τις πληρωμές από την έναρξη των συμβάσεων μέχρι σήμερα, και συνεπώς, ακόμη κι αν θα μπορούσατε υπό άλλες συνθήκες να ισχυριστείτε ότι τα γεγονότα τα οποία και εσείς ζήσατε δεν τα ενθυμείστε καλά, ως αιτιολογία για την εκ μέρους διαστρέβλωση των γεγονότων, δυστυχώς για εσάς τέτοιος ισχυρισμός δεν μπορεί πλέον να προβληθεί και αυτό δεν σας τιμά. Καταγράφω εκ νέου τα γεγονότα:

(α) Οι πρώτες απεργίες στους αναδόχους άρχισαν τον Ιανουάριο του 2012 και συνεχίστηκαν με διακοπές μέχρι τον Φεβρουάριο του ίδιου χρόνου, όταν οι ανάδοχοι διαπίστωσαν, κατά τον έλεγχο των λογαριασμών του 2010, ότι υιοθετείτο η θέση της Διεύθυνσης Ελέγχου του Υπουργείου σας (της οποίας επικεφαλής ήταν τότε ο υποφαινόμενος) πως τα υφιστάμενα πεπαλαιωμένα λεωφορεία τους δεν θα μπορούσαν να αποζημιώνονται για απόσβεση με ποσά της τάξης των €100 ημερησίως (δηλαδή €40.000(!) ετησίως), όπως ανεχόταν να αποζημιώνονται ο Διευθυντής του Τμήματος Οδικών Μεταφορών (ως η τότε αναθέτουσα αρχή), και ότι δεν θα μπορούσαν να λαμβάνουν εύλογο κέρδος (6% έως 10%) επί δανείων κεφαλαίων για τα οποία αποζημιώνονταν όλα τα χρηματοδοτικά έξοδα. Οι απεργίες έληξαν όταν το Υπουργείο τήρησε σθεναρή στάση και οι ανάδοχοι αναγκάστηκαν να αποδεχθούν, σε συνάντηση που έγινε την Κυριακή, 5 Φεβρουαρίου 2012 υπό την προεδρία του τότε Υπουργού Ευθύμιου Φλουρέντζου, σχεδόν πλήρως τις θέσεις του Υπουργείου (στη βάση των εισηγήσεων της Διεύθυνσης Ελέγχου) ως προς την απόσβεση των υφιστάμενων λεωφορείων τους. Υπενθυμίζω ότι τότε το Υπουργείο είχε λάβει γνωμάτευση από την Νομική Υπηρεσία και είχε καταστρώσει σχέδιο για ανάθεση της μεταφοράς μαθητών με ξεχωριστές προσφορές, ώστε να μην είναι όμηρος των αναδόχων.

(β) Στις 7 Δεκεμβρίου 2012, εν μέσω απεργιών μετά από αποκοπές στις πληρωμές των αναδόχων που είχε εισηγηθεί η Διεύθυνση Ελέγχου (της οποίας επικεφαλής ήταν τότε ο υποφαινόμενος), αποφασίστηκε σε σύσκεψη υπό την Προεδρία του τότε Υπουργού Ευθύμιου Φλουρέντζου, και στην παρουσία τη δική σας και του τότε Προέδρου της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συγκοινωνιών, όπως και των αναδόχων, αυξημένο προκαταρκτικό κόστος ανά χιλιόμετρο (ΚΑΧ) για τα έτη 2010 έως 2013 σε σχέση με αυτό που ίσχυε προηγουμένως, με παράλληλη δέσμευση των αναδόχων για υποβολή όλων των αναγκαίων τιμολογίων και παραστατικών, τα οποία θα έπρεπε να είχαν υποβάλει μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου 2013.

(γ) Οι ανάδοχοι δεν τίμησαν τις δεσμεύσεις τους με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατός ο αποτελεσματικός έλεγχος των πληρωμών. Ορισμένοι, μέχρι τον Νοέμβριο του 2013 δεν είχαν καν υποβάλει ελεγμένους λογαριασμούς για το 2011. Τότε, η Διεύθυνση Ελέγχου (της οποίας επικεφαλής ήταν τότε ο υποφαινόμενος) εισηγήθηκε ξανά αποκοπές στις πληρωμές των αναδόχων και έγιναν νέες εκβιαστικές απεργίες. Για ακόμη μια φορά, αυτή τη φορά μάλιστα με δικές σας προσωπικές εγκρίσεις που δόθηκαν για προώθηση των πληρωμών διαφωνούσης της Διεύθυνσης Ελέγχου (της οποίας επικεφαλής ήταν τότε ο υποφαινόμενος), έγιναν από το Υπουργείο υποχωρήσεις και προωθήθηκαν πληρωμές στη βάση υποσχέσεων ότι οι ανάδοχοι θα συμμορφώνονταν με τις συμβατικές τους υποχρεώσεις και θα προσκόμιζαν όλα τα αναγκαία τιμολόγια και παραστατικά.

(δ) Στις 9 Απριλίου 2014, δηλαδή λίγες ημέρες μετά που ο τέως Υπουργός Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων κ. Μάριος Δημητριάδης είχε αναλάβει τα καθήκοντά του, απέστειλε αυστηρές επιστολές σε όλους τους αναδόχους, στη βάση σχετικής εισήγησης της Διεύθυνσης Ελέγχου (της οποίας επικεφαλής ήταν ακόμη ο υποφαινόμενος, ο οποίος και αποχώρησε δύο μέρες αργότερα). Καταγράφω σχετικό χαρακτηριστικό απόσπασμα από την επιστολή προς τον ΟΣΕΛ:

«Απ’ ό,τι αντιλαμβάνομαι έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος των λογαριασμών της εταιρείας σας για το 2010 αλλά αρνείστε να προσκομίσετε τα σχετικά τιμολόγια εξόδων για τα έτη 2011 και 2012 για τα οποία μάλιστα δεν έχετε ακόμη υποβάλει ελεγμένους λογαριασμούς ενώ οφείλατε να πράξετε τούτου από τον Ιούνιο του 2012 και 2013 αντίστοιχα. Αυτό είναι παντελώς απαράδεκτο, ειδικά αφού στις αρχές Φεβρουαρίου 2014 δεσμευθήκατε εκ νέου στον προκάτοχο μου μακ. Τάσο Μητσόπουλο ότι θα τα υποβάλλατε το αργότερο εντός διμήνου. Δεν προτίθεμαι να επανέλθω στο θέμα αυτό για το οποίο θεωρώ ότι είσαστε απόλυτα εκτεθειμένοι. Η διενέργεια πληρωμών χωρίς την υποβολή τιμολογίων και λογαριασμών δεν πρόκειται να συνεχιστεί και ελπίζω αυτό να το αντιλαμβάνεστε.»

(ε) Ίσως να πρέπει να σας υπενθυμίσω ότι ο υποφαινόμενος ήταν τότε μονίμως στο στόχαστρο των έξι αναδόχων ακριβώς γιατί όλες του οι εισηγήσεις προς εσάς και προς τον εκάστοτε Υπουργό ήταν για συγκράτηση των πληρωμών. Μπορώ να σας υπομνήσω επίσης πως είναι τον υποφαινόμενο, και όχι εσάς, που οι έξι ανάδοχοι κατήγγειλαν τον Δεκέμβριο του 2013 στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ότι έφερνε συνεχώς προσκόμματα στις προς αυτούς πληρωμές.

(στ) Αυτοί είναι οι λόγοι που οδήγησαν στις όποιες υπερπληρωμές που, όπως εκ των υστέρων φάνηκε, όταν επιτέλους προσκόμισαν τα αναγκαία στοιχεία, είχαν συσσωρευτεί μέχρι τον Απρίλιο του 2014. Αν έχετε οποιοδήποτε στοιχείο που ανατρέπει έστω και ένα ιώτα αυτών που αναφέρουμε πιο πάνω, θα αναμένουμε να μας το διαβιβάσετε για σχολιασμό. Διαφορετικά, θα αναμένουμε από κάποιον με «ήθος και εντιμότητα» (χαρακτηριστικά που μόνος σας έχετε προσδώσει στον εαυτό σας) να απολογηθεί που άφησε αιχμές για τη συνεισφορά της Διεύθυνσης Ελέγχου και του υπογράφοντος, ως του τότε επικεφαλής της, για την περίοδο από το 2010 μέχρι το 2014.

Δυστυχώς όμως, ο εμπαιγμός εκ μέρους των αναδόχων συνεχίστηκε και μετά τον Απρίλη του 2014, και η υποβολή των στοιχείων που θα επέτρεπε τον ουσιαστικό έλεγχο των δαπανών τους ώστε να καθοριστεί η κυβερνητική συνεισφορά συνέχισε να γίνεται με εξαιρετικά μεγάλες καθυστερήσεις. Πολλοί ακόμη δεν έχουν υποβάλει οικονομικές καταστάσεις για το έτος 2015 και το 2016, ενώ σε δύο αναδόχους εκκρεμεί η υποβολή ακόμη και για το 2014. Αποτέλεσμα ήταν οι υπερπληρωμές να εκτοξευτούν σε δυσθεώρητα ύψη όπως διαπιστώθηκε πολύ καθυστερημένα, και το κυριότερο, ακόμη και όταν διαπιστώθηκαν τον Απρίλη του 2016 από την Διεύθυνση Ελέγχου, να αφήνεται ο χρόνος να διαρρέει χωρίς την ουσιαστική λήψη μέτρων.

Είναι γεγονός ότι επιτέλους τον Απρίλη του 2017 αποφασίσατε να αρχίσετε την αποκοπή πληρωμών προς την εταιρεία ΟΣΥΠΑ με στόχο να ανακτηθούν οι υπερπληρωμές. Πράγματι, την περίοδο Απριλίου – Σεπτεμβρίου 2017 αποκόπηκε ποσό της τάξης του €1,5 εκ., ποσό φυσικά ανεπαρκές μπροστά στη συσσωρευθείσα υπερπληρωμή της τάξης των 8,5 εκ.. Τότε, η εταιρεία χρησιμοποίησε και πάλιν το μέτρο της απεργίας και μπροστά σε αυτή την απειλή έγινε η σύσκεψη υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στις 27.9.2017. Σε αυτή τη σύσκεψη αποφασίστηκε να γίνει υπολογισμός του ποσού που πρέπει να αποκόπτεται από τον κάθε Ανάδοχο; ώστε να ανακτηθούν όλες οι υπερπληρωμές, και να εξεταστούν εναλλακτικές λύσεις (Plan B) για συνέχιση της παροχής των υπηρεσιών. Προς τούτο το Υπουργείο σας ανέλαβε να ετοιμάσει, σε συνεννόηση με τον Γενικό Εισαγγελέα, τον Γενικό Ελεγκτή και τη Γενική Λογίστρια, ένα σαφές πλαίσιο διαχείρισης του θέματος, λαμβάνοντας υπόψη και την ανάγκη να διασφαλιστεί η συνέχιση της παροχής των υπηρεσιών προς το κοινό.

Αναφέρετε στην επιστολή σας ότι κατά την πιο πάνω σύσκεψη υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας συμφωνήθηκε όπως προσαρμοστούν οι αποκοπές προς τις διάφορες εταιρείες έτσι ώστε να μπορούν να λειτουργούν και να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Αν και αυτό που συμφωνήθηκε στη συγκεκριμένη σύσκεψη είναι αυτό που καταγράφεται στην παράγραφο 4 πιο πάνω (όπως αποτυπώνεται στα σχετικά πρακτικά), είναι γεγονός ότι το Υπουργείο σας σε επόμενη σύσκεψη που έγινε στις 15.11.2017 στο γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, εξέφρασε τη θέση ότι οι αποκοπές προς τις διάφορες εταιρείες θα πρέπει να είναι τέτοιες έτσι ώστε να μπορούν να λειτουργούν και να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Η Υπηρεσία μας διαφώνησε γραπτώς με τη θέση σας αυτή και το σχετικό αιτιολογικό καταγράφεται στην υπό αναφορά επιστολή μας ημερ. 6.11.2017. Η θέση μας συνοψίζεται στο ότι «η θέση σας πως οι αποκοπές πρέπει να μην υπερβούν εκείνο το σημείο που θα έθετε σε κίνδυνο τη συνέχιση της παροχής της υπηρεσίας δεν είναι σύννομη αφού ισοδυναμεί με παραδοχή σας ότι θα καταβληθούν στους αναδόχους περισσότερα χρήματα από αυτά που προβλέπονται στη σύμβαση τους, απλώς και μόνο γιατί η υπηρεσία δεν μπορεί να διακοπεί».

Αυτό όμως που είναι ανησυχητικό είναι η δική σας θέση, που είναι διαφορετική από αυτή που είχε εκφραστεί κατά την πιο πάνω σύσκεψη, ότι δήθεν έχετε το δικαίωμα, όχι μόνο να μην κάνετε επαρκείς αποκοπές ώστε να ανακτηθούν οι υπερπληρωμές, αλλά και να πληρώνετε πέραν του συμβατικά προβλεπόμενου ποσού. Τα ποσά πληρωμών που καταγράφετε στην παράγραφο 6 της επιστολής σας δυστυχώς είναι προϊόν αυθαίρετων υπολογισμών και αποφάσεων σας.

Επικαλούμενος τις αποκοπές που (ορθά) είχαν γίνει την περίοδο Απριλίου – Σεπτεμβρίου 2017, και που όπως αναφέρθηκε στην παράγραφο 4 πιο πάνω ούτε κατ’ ελάχιστον δεν ήταν αρκετές για ανάκτηση των υπερπληρωμών, προβάλλετε τον παντελώς αστήρικτο ισχυρισμό πως μπορείτε τώρα να πληρώνετε αυθαίρετα ότι εσείς αποφασίσετε και όποτε εσείς θα αποφασίσετε. Αν μάλιστα δει κάποιος τα ποσά πληρωμών που έχετε αποφασίσει να καταβάλετε το πρώτο τρίμηνο του 2018 (3x€450.000 = €1.350.000), αντί του ποσού (χωρίς μάλιστα καμία αποκοπή, ως θα έπρεπε) που η Ομάδα Διαχείρισης έχει υπολογίσει ως το συμβατικά ορθό (€3x€253.000 = €759.000), διερωτάται κανείς από πού θεωρείτε ότι αντλείτε εσείς, ή οποιοσδήποτε άλλος, την εξουσία να καταβάλλει σε ανάδοχο δημόσιας σύμβασης αυθαίρετα όποιο ποσό ο ίδιος αποφασίσει. Ακόμη και ο ισχυρισμός σας ότι έχετε δικαίωμα να πληρώνετε όποτε και όσα εσείς αποφασίσετε, λόγω της εποχικότητας των εισπράξεων του αναδόχου, συνιστά μνημείο αυθαιρεσίας αφού είναι γνωστό, ακόμη και στους πιο αδαείς, ότι οποιαδήποτε τροποποίηση στις πληρωμές σε δημόσια σύμβαση (ακόμη και προκαταβολική πληρωμή, διαφορετική από αυτή που προβλέπεται στη σύμβαση, χωρίς να υπάρξει υπέρβαση του συνολικού ποσού) θα πρέπει να τύχει έγκρισης από την Κεντρική Επιτροπή Αλλαγών και Απαιτήσεων, η οποία εν πάση περιπτώσει ουδέποτε θα μπορούσε να εγκρίνει τέτοια τροποποίηση αν υπήρχαν ήδη υπερπληρωμές της τάξης των €8,5 εκ., και σίγουρα ποτέ χωρίς ισόποση τραπεζική εγγύηση προκαταβολής. Η πέραν της τριακονταετίας ενασχόληση σας με τις δημόσιες συμβάσεις προφανώς δεν επιτρέπει επίκληση άγνοιας και αυτό καθιστά την ευθύνη σας ακόμη πιο μεγάλη.

Με λύπη διαπιστώσαμε ότι, με τον ίδιο τρόπο που προσπαθήσατε να μετακυλήσετε τυχόν δικές σας ευθύνες στον υποφαινόμενο για την περίοδο μέχρι τον Απρίλιο του 2014, το ίδιο πράττετε τώρα ισχυριζόμενος ότι οι αποφάσεις σας στηρίζονται δήθεν στην Ομάδα Διαχείρισης και τη Διεύθυνση Ελέγχου. Λάβαμε χθες σχετικά στοιχεία από το Υπουργείο σας και έχουμε διαπιστώσει ότι η Διεύθυνση Ελέγχου φαίνεται να έχει εκφράσει τη διαφωνία της με τις αποφάσεις σας για πληρωμές τέτοιων ποσών. Σε πρόσφατο δε Σημείωμά της (ημερ.8.3.2018) σας ενημερώνει ότι, εάν οι έλεγχοι του κράτους επαληθευθούν από τους Κριτές, διαφαίνεται ότι για την εταιρεία ΟΣΥΠΑ δυστυχώς τα οφειλόμενα ποσά λόγω υπερπληρωμών έχουν φθάσει σε τέτοιο σημείο που δεν θα είναι πλέον εφικτό να εισπραχθούν, ακόμη κι αν οι πληρωμές μετά την απόφαση των κριτών γίνουν μηδέν. Ομοίως, η Ομάδα Διαχείρισης γραπτώς σας έχει πληροφορήσει (Σημείωμα ημερ. 20.12.2017) ότι δεν μπορεί να επιβεβαιώσει την ορθότητα των στοιχείων που σας έχει αποστείλει ο Ανάδοχος και στη βάση των οποίων, από μόνος σας, αυθαίρετα και έξω από κάθε πρόνοια της σύμβασης, έχετε καταλήξει στις πληρωμές που θα γίνονται σε αυτόν, με το δικαιολογητικό ότι δήθεν έχετε πειστεί από τον Ανάδοχο ότι χρειάζεται τα χρήματα αυτά για να μπορέσει να συνεχίσει την παροχή των Υπηρεσιών. Επίσης, σε Σημείωμα του ημερ. 21.2.2018 ο Συντονιστής της Σύμβασης σας ενημέρωσε ότι η πληρωμή του ποσού των €450.000 που αυθαίρετα είχατε αποφασίσει να κάνετε «δεν περιλαμβάνει τις αποκοπές υπερπληρωμών που υπολογίστηκαν βάσει του υπολογισμού της Κυβερνητικής Συνεισφοράς κατόπιν του σχετικού Σημειώματος ημερ. 23.11.2017 αλλά και της σχετικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου στη συνεδρία του ημερομηνίας 29.11.2017».

Σημειώνω ότι με βάση τα στοιχεία που χθες παραλάβαμε από το Υπουργείο σας, η κατάσταση με την εταιρεία των Υπεραστικών Λεωφορείων είναι παρομοίως τραγική, όπως και με την εταιρεία της επαρχίας Πάφου, και υπάρχει πλέον ορατός κίνδυνος απώλειας εκατομμυρίων ευρώ στις δύο συμβάσεις. Διερωτόμαστε ποιος θεωρείτε εσείς ότι ευθύνεται για το γεγονός αυτό.

Θεωρώ σημαντικό να τονίσω ότι οι αναφορές μας στην ταυτάριθμη επιστολή μας ημερ. 12.3.2018 περί του ενδεχομένου διάπραξης ποινικών αδικημάτων ούτε για σκοπούς εντυπωσιασμού, ούτε φυσικά για σκοπούς εκφοβισμού, δεν έχουν περιληφθεί. Ούτε και έχουμε εισηγηθεί ποτέ διακοπή των υπηρεσιών. Αυτό που εισηγούμαστε είναι τήρηση των όρων των συμβάσεων και φυσικά συμμόρφωση σας με την ύψιστη υποχρέωση σας για σεβασμό στη νομιμότητα. Παρέλκει ίσως να σας υπενθυμίσω ότι η επίκληση του δημοσίου συμφέροντος (όπως πράττετε εσείς, με το επιχείρημα ότι μόνο εσείς έχετε έγνοια να διαφυλάξετε την υπηρεσία δημόσιων μεταφορών) σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεμελιώσει απαλλαγή από την αρχή της νομιμότητας.

Στη βάση των πιο πάνω, εξακολουθούμε να έχουμε την άποψη ότι ενδεχομένως να έχουν διαπραχθεί ποινικά αδικήματα για τα οποία σκοπεύουμε να ενημερώσουμε τον Γενικό Εισαγγελέα.

Η Γενική Λογίστρια της Δημοκρατίας στην οποία κοινοποιείται η παρούσα επιστολή, παρακαλείται όπως επισπεύσει την απάντηση της στην επιστολή μας ημερ. 12.3.2018 αναφορικά με το ενδεχόμενο διάπραξης ποινικών αδικημάτων από λειτουργούς του Γενικού Λογιστηρίου που είναι τοποθετημένοι στο Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων».