Τζανακόπουλος: Οι εκλογές θα γίνουν όπως προβλέπει το Σύνταγμα

Οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους, όπως ορίζει το Σύνταγμα, και όχι από την επιθυμία της ΝΔ και των συμφερόντων που εκπροσωπεί, διαμηνύει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών».

Ο κ. Τζανακόπουλος απευθύνεται σε όλους εκείνους που «μέχρι πρότινος προεξοφλούσαν εκλογές και ζητούσαν από τους δανειστές να μην κλείσουν την αξιολόγηση, για να προκύψουν πολιτικές εξελίξεις».

Είναι, συνεπώς, σαφές ότι «μπροστά στο νέο, τρίτο, στρατηγικό αδιέξοδο σε διάστημα σχεδόν ενός έτους, ο κ. Μητσοτάκης, η ΝΔ και τα ολιγαρχικά συμφέροντα που έχουν συνασπιστεί γύρω τους, προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανό το σενάριο της κάλπης» και υπενθυμίζει πως εντός ΣΥΡΙΖΑ «όλοι διευκρινίζουν ότι οι συλλογικές αποφάσεις είναι δεσμευτικές.»

Επισημαίνει δε πως τα αρνητικά μέτρα της διετίας 2019-2020 «θα εφαρμοστούν μονάχα υπό την προϋπόθεση ότι στο τέλος του προγράμματος, το καλοκαίρι του 2018, θα έχουν ενεργοποιηθεί τα μεσοπρόθεσμα μέτρα απομείωσης του ελληνικού χρέους» και βάλλει κατά μερίδας των δανειστών κατηγορώντας την πως προβάλλει «απαιτήσεις που έχουν πολιτική και όχι αμιγώς οικονομική στόχευση» προκειμένου να αποκόψει την κυβέρνηση από τις κοινωνικές της συμμαχίες και αναφορές.

Εκφράζοντας την άποψή του σχετικά με το πόσο ικανοποιημένη είναι η κυβέρνηση από το αποτέλεσμα του Eurogroup ο κ. Τζανακόπουλος έκανε λόγο για συμβιβασμό διαχειρίσιμο που επήλθε έπειτα από αμοιβαίες υποχωρήσεις:

«Μετά από σκληρή διαπραγμάτευση καταφέραμε να φτάσουμε σε έναν συμβιβασμό βασισμένο σε αμοιβαίες υποχωρήσεις. Από την πλευρά της η κυβέρνηση αποδέχτηκε την αλλαγή του δημοσιονομικού μείγματος για την περίοδο 2019-2020, που έθετε ως όρο συμμετοχής το ΔΝΤ, ενώ το Ταμείο από την πλευρά του υποχώρησε ως προς τη λήψη ισόποσων θετικών μέτρων για την ίδια περίοδο. Σε ό,τι αφορά δε τα εργασιακά, παρά τις πιέσεις του ΔΝΤ, επανέρχονται οι αρχές της επεκτασιμότητας και της ευνοϊκότερης ρύθμισης για τις κλαδικές συμβάσεις εργασίας, γεγονός που θα αποκαταστήσει το θεσμικό πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων στη χώρα μας και θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση των εργαζομένων, ενώ αποκρούστηκαν οι απαιτήσεις για αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων και για την κατοχύρωση του δικαιώματος της ανταπεργίας.

Πρόκειται λοιπόν για έναν συμβιβασμό που, όπως κάθε συμβιβασμός, εμπεριέχει και δεσμεύσεις πολιτικής που δεν θα επιλέγαμε ποτέ αν δεν βρισκόμασταν σε πρόγραμμα. Είναι ωστόσο ένας συμβιβασμός διαχειρίσιμος και, το βασικότερο, μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για την έξοδο από το πρόγραμμα και την επιτροπεία».

Σχετικά με το αν φοβούνται νέες καθυστερήσεις από τους «συνήθεις υπόπτους», επεσήμανε: «Μετά την πολύμηνη καθυστέρηση για την οποία ευθύνεται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα το Ταμείο με τις παράλογες απαιτήσεις που προέβαλλε -γεγονός που θυμίζω ότι αναγνώρισε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με μια ασυνήθιστη κίνηση- εκτιμώ ότι είμαστε πια στην τελική ευθεία.

Έχουμε μια κατ’ αρχήν πολιτική συμφωνία και νομίζω ότι θα καταφέρουμε να ολοκληρώσουμε το τεχνικό σκέλος αρκετά σύντομα. Με δεδομένο δε ότι η Γερμανία θέτει ως όρο για την ύπαρξη ελληνικού προγράμματος τη συμμετοχή του Ταμείου, πολύ γρήγορα θα έχουμε και τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων για το χρέος, αλλά και τον καθορισμό του δημοσιονομικού μονοπατιού για την περίοδο μετά το 2019«.