Περί των άρθρων 133 και 134 της Ποινικής Δικονομίας, ΚΕΦ. 155

133.-(1) Κάθε πρόσωπο που βρέθηκε ένοχο από Επαρχιακό Δικαστήριο και καταδικάστηκε σε οποιαδήποτε περίοδο φυλάκισης ή σε χρηματική ποινή που υπερβαίνει τις δέκα λίρες δύναται, τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 135 και 136, να ασκήσει έφεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου-

(α) κατά της καταδίκης του, ως δυνάμει δικαιώματος για οποιοδήποτε λόγο ο οποίος συνεπάγεται νομικό ζήτημα μόνο

(β) με άδεια Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου εναντίον της καταδίκης του ή της ποινής.

(2) Όταν πρόσωπο, δικαιούμενο να ασκήσει έφεση ως δυνάμει δικαιώματος όπως προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού, επιθυμεί να ασκήσει έφεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου δίνει ειδοποίηση έφεσης προκαλώντας την παράδοση της στον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου που καταδίκασε τον εφεσείοντα εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία απαγγέλθηκε η ποινή.

(3) Όταν πρόσωπο επιθυμεί να ασκήσει έφεση όπως προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, αυτό ζητά άδεια έφεσης προκαλώντας παράδοση της αίτησης στον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου που καταδίκασε τον αιτούμενο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία απαγγέλθηκε η ποινή.

(4) Οι διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 132 εφαρμόζονται, επιφερομένων των αναγκαίων προσαρμογών, σε ειδοποιήσεις έφεσης και αιτήσεις για άδεια έφεσης δυνάμει του άρθρου αυτού.

134. Εξαιρούμενης της περίπτωσης καταδίκης που συνεπάγεται τη θανατική ποινή, ο χρόνος εντός του οποίου ειδοποίηση έφεσης ή αίτηση για άδεια έφεσης δύναται να δοθεί, δύναται, κατόπι απόδειξης βάσιμου λόγου, να παραταθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο σε οποιοδήποτε χρόνο.

Στην Νομοθετική τούτη Βάση, το Ανώτατο Δικαστήριο της Χώρας, σε πρόσφατη απόφαση του, έχοντας να αποφασίσει επί του προκείμενου θέματος, ήτοι, κατά πόσον θα ενέκρινε ή όχι Αίτηση για Παράταση του χρόνου καταχώρησης έφεσης, με αναφορά σε πλήθος αποφάσεων , τόνισε πως, η παράταση του χρόνου για την υποβολή έφεσης αποτελεί εξαιρετικό μέτρο, το οποίο μπορεί να παρασχεθεί κατ΄ άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Εφετείου μόνο εφόσον καταδειχθεί καλός λόγος, τέτοιος που να αντισταθμίζει το τελέσφορο των δικαστικών αποφάσεων που είναι συνυφασμένο με την τελεσιδικία. Πρόκειται για πάγια και διαχρονικώς καθιερωμένη από τη νομολογία αρχή .

ΘΕΟΧΑΡΙΔΟΥ Κ. ΚΑΛΥΨΩ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ – ΝΟΜΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ