“Ολοι θέλουν να παταχθεί η διαφθορά, άρα ας δοθούν αρμοδιότητες”

Ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κ. Ιωνάς Νικολάου, μίλησε σήμερα στο ραδιόφωνο του ΡΙΚ για το θέμα της διαφθοράς στην Αστυνομία:

«Τι γίνεται με το θέμα της διαφθοράς στην Αστυνομία;

Είχαν γίνει διάφορες δραστηριότητες για να περιοριστεί η διαφθορά στην Αστυνομία. Υπενθυμίζω ότι πριν από μερικούς μήνες, όλοι μιλούσαν για διαφθορά στην Αστυνομία. Από το 2003 γίνονταν διάφορες επισημάνεις από όλους: κυβέρνηση και αντιπολίτευση.

Το πρόβλημα είναι διαχρονικό και έχει επισημανθεί εδώ και πολύ καιρό. Δυστυχώς, δεν μπόρεσε κανείς μέχρι τώρα να το αντιμετωπίσει, αλλά σήμερα δημιουργείται μια νομοθεσία για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση. Για να λειτουργήσει όμως αυτή η νομοθεσία θα πρέπει να παραχωρούνται συγκεκριμένες αρμοδιότητες, κάποιες εξουσίες σε μια ομάδα εσωτερικού ελέγχου, για να μπορεί να προβεί και σε προληπτικές ενέργειες αλλά και σε ενέργειες που να καταλήγουν στη διερεύνηση συγκεκριμένων αδικημάτων διαφθοράς. Έχουμε ετοιμάσει αυτή τη νομοθεσία. Για τον σκοπό αυτό δώσαμε σε αυτή την Επιτροπή κάποιες αρμοδιότητες και εξουσίες. Δυστυχώς, όμως, στο κείμενο που ψηφίστηκε – και για το οποίο έγινε η αναπομπή – οι αρμοδιότητες αυτές περιορίστηκαν σημαντικά, σε βαθμό που είναι λιγότερες ακόμη και από εκείνες που παραχωρούνται για τη διερεύνηση οποιουδήποτε αδικήματος.

Για παράδειγμα, για τη διερεύνηση μιας πράξης κλοπής που έγινε από κάποιους σε ένα υποστατικό παραχωρούνται κάποιες αρμοδιότητες, κάποιες εξουσίες στην Αστυνομία για να μπορεί να προβεί σε κάποιες έρευνες, όπως να διερευνήσει ένα υποστατικό, μια αποθήκη κάποιων ατόμων όταν υπάρχουν υποψίες ότι σε αυτό το υποστατικό διαπράττεται ή πρόκειται να διαπραχθεί ένα αδίκημα. Δίδεται στην Αστυνομία η δυνατότητα να εισέλθει στο υποστατικό χωρίς ένταλμα. Η ίδια ακριβώς αρμοδιότητα, η οποία θα έπρεπε να είχε παραχωρηθεί και στην περίπτωση που διερευνάται ένα περιστατικό διαφθοράς, δεν επιτρέπεται. Αυτό δυσκολεύει το έργο της Αστυνομίας. Δηλαδή, η Αστυνομία δεν μπορεί να εισέλθει στο υποστατικό για το οποίο υπάρχει υποψία ότι διαπράττεται κάποια πράξη διαφθοράς. Δεν μπορούμε όμως να αναμένουμε ότι η διαφθορά θα αντιμετωπιστεί με λιγότερα όπλα από εκείνα που παραχωρούνται βάσει νόμου για την καταστολή οποιουδήποτε αδικήματος. Γι’ αυτό εγώ πρότεινα να διαγράψουν αυτές τις αρμοδιότητες και εξουσίες και αντί αυτού να εφαρμόζεται η ποινική δικονομία, δηλαδή ο νόμος που εφαρμόζεται για κάθε αδίκημα. Ακόμη κι αυτό όμως δεν είναι έτοιμοι να το κάνουν.

Λυπάμαι, αλλά δεν μπορούμε απλώς να μιλάμε για πάταξη της διαφθοράς. Όλοι, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, θέλουν να παταχθεί η διαφθορά στην Αστυνομία, επομένως πρέπει να φροντίσουμε να δοθούν στη συγκεκριμένη Υπηρεσία οι αρμοδιότητες που απαιτούνται για να προβαίνει στους απαραίτητους ελέγχους. Με την κατάσταση που προτείνεται βλέπουμε ότι ένας αστυνομικός που προβαίνει σε έρευνα για τη διάπραξη κάποιου αδικήματος θα έχει κάποιες αρμοδιότητες, ενώ ένας αστυνομικός της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου που προβαίνει σε διερεύνηση ενός θέματος διαφθοράς στις οποίες εμπλέκεται η Αστυνομία θα έχει λιγότερες αρμοδιότητες.

Θα υπάρχουν προβλήματα κατά την έκδοση εντάλματος, διότι θα χρειάζονται στοιχεία που απαιτούνται μόνο στις περιπτώσεις όπου απαιτούν σοβαρά στοιχεία για διάπραξη αδικήματος. Τέτοια στοιχεία όμως δεν υπάρχουν στην αρχή, όταν ενεργεί η Αστυνομία, στο πλαίσιο του Άρθρου 25 της ποινικής δικονομίας που προνοεί τη δυνατότητα να ενεργήσει χωρίς να απαιτείται η έκδοση δικαστικού εντάλματος.

Υπάρχουν δύο αρμοδιότητες στην ποινική δικονομία: στη μία, μπορούν να γίνουν ενέργειες χωρίς ένταλμα, όπως προβλέπει το Άρθρο 25, και στην άλλη, απαιτείται ένταλμα, όπως προβλέπει το Άρθρο 27. Αυτά που εφαρμόζονται λοιπόν βάσει του Άρθρου 25, θα θέλαμε να εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις που υπάρχουν ζητήματα διαφθοράς στην Αστυνομία.

Δεν τίθενται όμως θέματα παραβίασης ανθρώπινων δικαιωμάτων;

Αυτό είναι το κύριο επιχείρημα. Όταν όμως διερευνώνται θέματα διαφθοράς στην Αστυνομία θα θεωρούμε ότι παραβιάζονται τα δικαιώματα των αστυνομικών, ενώ όταν διερευνώνται ζητήματα που αφορούν οποιοδήποτε πολίτη δεν παραβιάζονται ανθρώπινα δικαιώματα; Ή αν διερευνάται η υπόθεση για οποιοδήποτε αδίκημα, πέραν της διαφθοράς, που διαπράχθηκε από αστυνομικό δεν παραβιάζονται ανθρώπινα δικαιώματα; Γιατί αυτή η διαφοροποίηση πρέπει να γίνεται μόνο για τη διαφθορά;

Γι’ αυτό, ζητώ από τα κόμματα να ξαναδούν το θέμα. Αναμένω ότι μετά από μια καλύτερη συνεννόηση μεταξύ τους θα παραχωρηθούν στην Αστυνομία τουλάχιστον οι ίδιες εξουσίες που παραχωρούνται στους ανακριτές στην Αστυνομία για τη διερεύνηση οποιωνδήποτε άλλων ποινικών αδικημάτων.

Μπορεί να γίνει δεκτή η αναπομπή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας;

Η αναπομπή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μπορεί να γίνει δεκτή μερικώς. Στη νομοθεσία που είχαμε ετοιμάσει, είχαμε εφοδιάσει αυτή την Επιτροπή με κάποιες αρμοδιότητες, διότι θεωρήσαμε – εμείς και η Νομική Υπηρεσία – ότι βάσει της αρχής της αναλογικότητας, θα έπρεπε σε μια Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου να επιδεικνύεται περισσότερη συμμόρφωση με τους νόμους και τη δημόσια τάξη στον τόπο. Αφού είναι λοιπόν καθήκον τους να διασφαλίζουν την εφαρμογή της νομοθεσίας για οποιουσδήποτε, θα έπρεπε πρώτα οι ίδιοι να εφαρμόζουν τη σχετική νομοθεσία για τους εαυτούς τους. Εμείς θεωρήσαμε ότι αυτή η Υπηρεσία έπρεπε να έχει αυξημένες αρμοδιότητες. Με την ψήφιση όμως του νόμου, ο οποίος έχει αναπεμφθεί, κρίθηκε ότι αυτές οι αρμοδιότητες όχι μόνο δεν έπρεπε να υπάρχουν, αλλά να περιοριστούν ακόμη περισσότερο.

Λυπάμαι, αλλά αυτό το πράγμα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Στην αναπομπή που έγινε υποδείξαμε τις αλλαγές που περιόρισαν ουσιαστικά τις αρμοδιότητες. Αν απαιτείται να εκδοθεί δικαστικό διάταγμα στις περιπτώσεις πριν από τη διερεύνηση του αδικήματος, τότε θα έχουμε πρόβλημα. Αν απαιτείται δικαστικό διάταγμα, το Σώμα δεν θα μπορεί καθόλου να λειτουργήσει προληπτικά καθώς τα χέρια του θα είναι δεμένα και δεν θα μπορεί να διερευνήσει υποθέσεις και περιπτώσεις για τις οποίες έχει πληροφορίες.

Οι πολίτες διερωτώνται γιατί δεν συλλαμβάνεται κανένας, ενώ όλοι ξέρουν ποιοι ελέγχουν ναρκωτικά, τζόγο κ.λπ. σε διάφορες πόλεις. Τί συμβαίνει;

Ας υποθέσουμε ότι η Αστυνομία γνωρίζει. Για να συλλάβεις όμως κάποιον απαιτούνται στοιχεία. Μπορεί να έχουν αναζητήσει στοιχεία. Πρέπει η Αστυνομία να έχει τα όπλα να αναζητήσει στοιχεία. Έχουν διερευνηθεί πολλά αδικήματα, επομένως δεν μπορούμε να λέμε ότι έχουμε μόνο ανθρώπους ανίκανους.

Η Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου θα μπορούσε να διερευνήσει εάν για ποιο λόγο διαρρέουν καταθέσεις, εάν κάποιοι χρηματίζονται, εάν κάποιοι συνεργάζονται με τους εγκληματίες, εάν κάποιοι συγκαλύπτουν ποινικά αδικήματα κ.ά. Δεν μπορούμε να καταγγέλλουμε περιστατικά και να μην υπάρχουν οι δυνατότητες διερεύνησής τους. Εδώ και χρόνια το σύστημα έχει αδυναμίες και χρειάζονται διορθώσεις. Εμείς λέμε ότι αυτές οι αδυναμίες που έχουν επισημανθεί θα πρέπει να ανατεθούν σε μία Υπηρεσία που θα έχει τις δυνατότητες να τις καταδιώκει.»