Κατηγορία από δισεκατομμυριούχους Ρώσους ολιγάρχες για χορήγηση κυπριακής υπηκοότητας

Σύμφωνα με την βρετανική εφημερίδα Guardian ,δισεκατομμυριούχοι Ρώσοι ολιγάρχες και μέλη της ουκρανικής ελίτ που κατηγορούνται για διαφθορά έχουν επωφεληθεί από το «αμφιλεγόμενο» πρόγραμμα χορήγησης κυπριακού διαβατηρίου ως αντάλλαγμα για επενδύσεις στη χώρα.

Όπως αναφέρει το δημοσίευμα το κυπριακό πρόγραμμα «χρυσής βίζας» έχει αποφέρει στην κυβέρνηση πάνω από 4 δισεκατομμύρια ευρώ από το 2013 που συστάθηκε και μετά, με περισσότερα από 400 διαβατήρια να εκδίδονται μόνο πέρυσι. Το ρεπορτάζ επικαλείται κατάλογο που έχει διαρρεύσει με τα ονόματα εκείνων που έχουν λάβει κυπριακή υπηκοότητα μέσω του προγράμματος και σχολιάζει ότι εγείρονται ερωτήματα αναφορικά με τους ελέγχους ασφαλείας που διενεργούνται για τους αιτούντες κυπριακό διαβατήριο.

Οι περιπτώσεις αυτές αφορούν την χορήγηση κυπριακού διαβατηρίου την περίοδο πριν από το 2013. Μία συγκεκριμένη αφορά  έναν ξάδερφο του Σύρου Προέδρου Άσαντ ο οποίος βρίσκεται σε διεθνή λίστα κυρώσεων, όπου η κυπριακή υπηκοότητα αφαιρέθηκε.

Σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα η απάντηση του Υπουργείου Οικονομικών της Κύπρου, η οποία παρατήθετε στο άρθρο, διευκρινίζει ότι το πρόγραμμα απευθύνεται «σε γνήσιους επενδυτές, οι οποίοι εγκαθιδρύουν μία επιχειρηματική βάση και αποκτούν μία μόνιμη κατοικία στην Κύπρο». Τονίζεται επίσης ότι διενεργούνται αυστηροί έλεγχοι στους αιτούντες επενδυτές, όπως έλεγχοι για ενδεχόμενο ξέπλυμα χρήματος. Παράλληλα επισημαίνεται ότι η Κύπρος δεν είναι η μοναδική χώρα-μέλος της ΕΕ που έχει παραχωρήσει υπηκοότητα σε πλούσιους Ρώσους.

Η ίδια η εφημερίδα σημειώνει ότι δεν υπάρχει κάποια υπόνοια περί παρανομίας από την πλευρά εκείνων που έχουν ωφεληθεί από το πρόγραμμα.

Το κυπριακό Υπουργείο προσθέτει αναφερόμενο συγκεκριμένα στην περίπτωση του ξαδέρφου του Μπασάρ αλ Άσαντ ότι η αφαίρεση της υπηκοότητας, που ούτως ή άλλως είχε δοθεί πριν από το 2013, είναι απόδειξη της ετοιμότητας των κυπριακών αρχών να επέμβουν. Σημειώνεται δε ότι από την έναρξη του προγράμματος το 2013 έχει συσταθεί μία κατά πολύ βελτιωμένη, διαφανής διαδικασία για την εξέταση των αιτήσεων.